Ο Περικλής Πανταζής γεννήθηκε στην Αθήνα το 1849, με ηπειρώτικη καταγωγή από το δάσκαλο πατέρα του.
Το 1871 αποφοίτησε από το Σχολείο των Τεχνών (μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών), όπου είχε δάσκαλο τον Νικηφόρο Λύτρα. Συνέχισε τις σπουδές του στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου. Ένα χρόνο μετά έφυγε για τη Γαλλία. Στο Παρίσι μαθήτευσε κοντά σε μεγάλους ζωγράφους του Ιμπρεσιονισμού και του Ρεαλισμού, τον Gustave Courbet και τον Antoine Chintreuil. Ωστόσο δεν εγκλωβίστηκε σ’ αυτά τα ρεύματα. Τα οικειοποιήθηκε με επιτυχία, κρατώντας όμως το προσωπικό του ύφος. Τελικά τον κέρδισε το Βέλγιο. Εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες, πιθανόν με πρόσκληση του οινέμπορου Ιωάννη Οικονόμου, ο οποίος και παρήγγειλε πολλά έργα στον νέο ζωγράφο. Στο Βέλγιο ο Πανταζής έγινε μέλος του αντιακαδημαϊκού καλλιτεχνικού ομίλου «Circle de la pâte» και συνδέθηκε φιλικά με το ζωγράφο Guillaume Vogels και το γλύπτη Auguste Philippette, του οποίου την αδελφή νυμφεύθηκε λίγο καιρό μετά.
Το 1871 αποφοίτησε από το Σχολείο των Τεχνών (μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών), όπου είχε δάσκαλο τον Νικηφόρο Λύτρα. Συνέχισε τις σπουδές του στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου. Ένα χρόνο μετά έφυγε για τη Γαλλία. Στο Παρίσι μαθήτευσε κοντά σε μεγάλους ζωγράφους του Ιμπρεσιονισμού και του Ρεαλισμού, τον Gustave Courbet και τον Antoine Chintreuil. Ωστόσο δεν εγκλωβίστηκε σ’ αυτά τα ρεύματα. Τα οικειοποιήθηκε με επιτυχία, κρατώντας όμως το προσωπικό του ύφος. Τελικά τον κέρδισε το Βέλγιο. Εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες, πιθανόν με πρόσκληση του οινέμπορου Ιωάννη Οικονόμου, ο οποίος και παρήγγειλε πολλά έργα στον νέο ζωγράφο. Στο Βέλγιο ο Πανταζής έγινε μέλος του αντιακαδημαϊκού καλλιτεχνικού ομίλου «Circle de la pâte» και συνδέθηκε φιλικά με το ζωγράφο Guillaume Vogels και το γλύπτη Auguste Philippette, του οποίου την αδελφή νυμφεύθηκε λίγο καιρό μετά.
Αρχικά κέρδιζε τα προς το ζην δουλεύοντας με το Βόγκελς για την διακόσμηση σπιτιών, μια τέχνη που ήταν τότε της μόδας. Όμως γρήγορα έγινε γνωστός για το ζωγραφικό του ταλέντο και έτσι εγκατέλειψε τη διακόσμηση για να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη ζωγραφική.
Το 1878 εκπροσώπησε την Ελλάδα στη Διεθνή Έκθεση του Παρισιού και έλαβε εξαιρετικές κριτικές. Σκηνές από τη φύση και το δρόμο όπου αγόρια με φτωχικά ρούχα τρώνε, σαν το “Μάγκα που τρώει καρπούζι”, από εσωτερικό σπιτιού όπου εικονίζεται “Το παιδί με το λαδερό’’, κορίτσια με ενδυμασία της εποχής, όπως το “Κορίτσι με Μαντίλα’’, προβάλλουν «τη δύναμη της στιγμής του παρόντος μέσα από την ανεπιτήδευτη, φρέσκια ματιά του ζωγράφου προς τα αντικείμενα του ενδιαφέροντος, του θαυμασμού και της δεξιοτεχνίας του χρωστήρα του».
Η φυματίωση που τον ταλαιπωρούσε για χρόνια, τον οδήγησε δυστυχώς σε πρόωρο θάνατο. Πέθανε πριν κλείσει τα 35 του χρόνια, το 1884, στις Βρυξέλλες.
[Φώτης Κουτσουπιας, για το ΙΜΕΤ artem.gr]
Το 1878 εκπροσώπησε την Ελλάδα στη Διεθνή Έκθεση του Παρισιού και έλαβε εξαιρετικές κριτικές. Σκηνές από τη φύση και το δρόμο όπου αγόρια με φτωχικά ρούχα τρώνε, σαν το “Μάγκα που τρώει καρπούζι”, από εσωτερικό σπιτιού όπου εικονίζεται “Το παιδί με το λαδερό’’, κορίτσια με ενδυμασία της εποχής, όπως το “Κορίτσι με Μαντίλα’’, προβάλλουν «τη δύναμη της στιγμής του παρόντος μέσα από την ανεπιτήδευτη, φρέσκια ματιά του ζωγράφου προς τα αντικείμενα του ενδιαφέροντος, του θαυμασμού και της δεξιοτεχνίας του χρωστήρα του».
Η φυματίωση που τον ταλαιπωρούσε για χρόνια, τον οδήγησε δυστυχώς σε πρόωρο θάνατο. Πέθανε πριν κλείσει τα 35 του χρόνια, το 1884, στις Βρυξέλλες.
[Φώτης Κουτσουπιας, για το ΙΜΕΤ artem.gr]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου