Ανθρωπος γλυκός και στοργικός, ο Γιάννης Μιγάδης ήταν μια από τις πιο ιδιαίτερες περιπτώσεις της ελληνικής ζωγραφικής. «Εφυγε» σε ηλικία 90 ετών την Κυριακή. Ταλαντούχος αλλά όχι ματαιόδοξος, θεωρούσε δικαίως τον εαυτό του συνδεδεμένο με μια ολόκληρη εποχή, καθώς συνοδοιπόρησε με σπουδαίες προσωπικότητες όπως ο Γιάννης Τσαρούχης και ο Κάρολος Κουν.
Γεννημένος στην Κρήτη, είχε αντλήσει εικόνες και μυρωδιές από το νησί του, ενώ ανδρώθηκε στην Αθήνα όπου ήρθε για σπουδές στην ΑΣΚΤ και μαθήτευσε κοντά στον Ουμβέρτο Αργυρό και τον Παρθένη, τον οποίον θαύμαζε. Η ζωή του άλλαξε πολύ μέσα από τις παρέες του. Στη Σχολή είχε τον Μόραλη, τον Μανουσάκη, την Καραγάτση. Η γνωριμία με τον Τσαρούχη τού διαμόρφωσε κυριολεκτικά την οπτική στην τέχνη όπως και η παραμονή του στο Παρίσι όπου σπούδασε σκηνογραφία. Η σχέση του με το θέατρο ξεκίνησε νωρίς και η συνεργασία του με τον Κουν υπήρξε καθοριστική, καθώς έκανε σκηνικά για το Εθνικό και το ΚΘΒΕ.
Πορτρέτα
Στη ζωγραφική καταπιάστηκε με μια σειρά από θέματα όπως τα τοπία, οι λουόμενοι σε παραλίες και οι νεκρές φύσεις, όμως καταξιώθηκε κυρίως ζωγραφίζοντας πορτρέτα. Οι πίνακές του ήταν συχνά ένας σχολιασμός για την αστική τάξη αν και έκανε πορτρέτα λαϊκών ανθρώπων. Ελεγε: «Το έναυσμα για τα πορτρέτα αυτά ήταν κάποιες παλαιές φωτογραφίες που βρήκα. Τις κοιτούσα και σκεφτόμουν, σχεδόν σοκαρισμένος, ότι όλοι αυτοί οι ευτυχείς, υγιείς, όμορφοι άνθρωποι, καλοντυμένοι δεν υπάρχουν πια. Αστοί, λαϊκοί, χωρικοί. Πάντα με απασχολούσε ο θάνατος, ακόμα και υπογείως». Οι τελευταίες του μεγάλες εκθέσεις είχαν γίνει το 2003 στην Ερμούπολη της Σύρου και το 2008 στο Μουσείο Μπενάκη της Κουμπάρη.
Οραμα και ορμή
Σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις του που είχε παραχωρήσει στην «Κ» υπογράμμιζε: «Τη δεκαετία του ’60 είχαμε όραμα. Νιώθαμε ότι είχαμε την ορμή να κάνουμε πράγματα. Ομως ξέρετε η εποχή φτιάχνει τους ανθρώπους. Αν ήμουν σήμερα 35 χρονών, θα ήμουν εντελώς διαφορετικός. Τότε, όμως, στην περίοδο της νιότης μας, είχαμε σημαντικούς ανθρώπους δίπλα μας, τον Χατζιδάκι, τον Θεοδωράκη. Και τώρα υπάρχει ποιότητα και ταλέντο στους ανθρώπους, αλλά ψάχνονται. Δεν έχουν βρει τον δρόμο τους. Αλλωστε έχουν γαλουχηθεί σε μια εποχή αδιαφορίας και απληστίας. Τα παιδιά μεγαλώνουν μέσα σε σούπερ μάρκετ και φαστφουντάδικα», συμπληρώνοντας: «Ηταν ωραία χρόνια. Καλλιτεχνικά και μποέμικα. Ξαφνικά κάτι έγινε. Αλλαξαν τα πάντα. Η συμπεριφορά των ανθρώπων, η κοινωνία, η οικονομία, η πολιτική. Κάποιες τάξεις “απελευθερώθηκαν”. Τίποτα δεν είναι πια ίδιο. Εχω αποστασιοποιηθεί. Ακόμα και στο θέατρο –που τόσο αγαπούσα– δεν πολυπηγαίνω».
Η κηδεία του θα γίνει αύριο, Τετάρτη, στις 12 το μεσημέρι στον Αγιο Διονύσιο της Σκουφά, ενώ θα ταφεί στην Κρήτη.
[kathimerini]
Γεννημένος στην Κρήτη, είχε αντλήσει εικόνες και μυρωδιές από το νησί του, ενώ ανδρώθηκε στην Αθήνα όπου ήρθε για σπουδές στην ΑΣΚΤ και μαθήτευσε κοντά στον Ουμβέρτο Αργυρό και τον Παρθένη, τον οποίον θαύμαζε. Η ζωή του άλλαξε πολύ μέσα από τις παρέες του. Στη Σχολή είχε τον Μόραλη, τον Μανουσάκη, την Καραγάτση. Η γνωριμία με τον Τσαρούχη τού διαμόρφωσε κυριολεκτικά την οπτική στην τέχνη όπως και η παραμονή του στο Παρίσι όπου σπούδασε σκηνογραφία. Η σχέση του με το θέατρο ξεκίνησε νωρίς και η συνεργασία του με τον Κουν υπήρξε καθοριστική, καθώς έκανε σκηνικά για το Εθνικό και το ΚΘΒΕ.
Πορτρέτα
Στη ζωγραφική καταπιάστηκε με μια σειρά από θέματα όπως τα τοπία, οι λουόμενοι σε παραλίες και οι νεκρές φύσεις, όμως καταξιώθηκε κυρίως ζωγραφίζοντας πορτρέτα. Οι πίνακές του ήταν συχνά ένας σχολιασμός για την αστική τάξη αν και έκανε πορτρέτα λαϊκών ανθρώπων. Ελεγε: «Το έναυσμα για τα πορτρέτα αυτά ήταν κάποιες παλαιές φωτογραφίες που βρήκα. Τις κοιτούσα και σκεφτόμουν, σχεδόν σοκαρισμένος, ότι όλοι αυτοί οι ευτυχείς, υγιείς, όμορφοι άνθρωποι, καλοντυμένοι δεν υπάρχουν πια. Αστοί, λαϊκοί, χωρικοί. Πάντα με απασχολούσε ο θάνατος, ακόμα και υπογείως». Οι τελευταίες του μεγάλες εκθέσεις είχαν γίνει το 2003 στην Ερμούπολη της Σύρου και το 2008 στο Μουσείο Μπενάκη της Κουμπάρη.
Οραμα και ορμή
Σε μια από τις τελευταίες συνεντεύξεις του που είχε παραχωρήσει στην «Κ» υπογράμμιζε: «Τη δεκαετία του ’60 είχαμε όραμα. Νιώθαμε ότι είχαμε την ορμή να κάνουμε πράγματα. Ομως ξέρετε η εποχή φτιάχνει τους ανθρώπους. Αν ήμουν σήμερα 35 χρονών, θα ήμουν εντελώς διαφορετικός. Τότε, όμως, στην περίοδο της νιότης μας, είχαμε σημαντικούς ανθρώπους δίπλα μας, τον Χατζιδάκι, τον Θεοδωράκη. Και τώρα υπάρχει ποιότητα και ταλέντο στους ανθρώπους, αλλά ψάχνονται. Δεν έχουν βρει τον δρόμο τους. Αλλωστε έχουν γαλουχηθεί σε μια εποχή αδιαφορίας και απληστίας. Τα παιδιά μεγαλώνουν μέσα σε σούπερ μάρκετ και φαστφουντάδικα», συμπληρώνοντας: «Ηταν ωραία χρόνια. Καλλιτεχνικά και μποέμικα. Ξαφνικά κάτι έγινε. Αλλαξαν τα πάντα. Η συμπεριφορά των ανθρώπων, η κοινωνία, η οικονομία, η πολιτική. Κάποιες τάξεις “απελευθερώθηκαν”. Τίποτα δεν είναι πια ίδιο. Εχω αποστασιοποιηθεί. Ακόμα και στο θέατρο –που τόσο αγαπούσα– δεν πολυπηγαίνω».
Η κηδεία του θα γίνει αύριο, Τετάρτη, στις 12 το μεσημέρι στον Αγιο Διονύσιο της Σκουφά, ενώ θα ταφεί στην Κρήτη.
[kathimerini]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου