Ζωγράφος, σκηνοθέτης, καλλιτεχνικός διευθυντής και σκηνογράφος...
«Πολυτάλαντος και αθόρυβος».
Ο Βασίλης Φωτόπουλος γεννήθηκε το 1934 στην Καλαμάτα. Εκεί ξεκίνησε η μύησή του στη ζωγραφική. Παράλληλα ενδιαφέρθηκε για τη βυζαντινή τέχνη και αγιογραφία. Οι καλλιτεχνικές αυτές ενασχολήσεις της παιδικής και εφηβικής ηλικίας, στάθηκαν πηγές όχι μόνο έμπνευσης, αλλά και συναισθηματικής γαλήνης για την περίοδο της ωριμότητας. Ο ίδιος εξομολογούνταν ότι στη διάρκεια του εμφυλίου, που έγινε αιτία να χάσει τον πατέρα του, «η ζωγραφική ήτανε το καταφύγιό του και το μοναστήρι του Βουλκάνου ο κρυψώνας του». Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου εργαζόταν σκληρά, προκειμένου να σπουδάσει.
Η πρώτη του επαφή με το θέατρο ήταν τα μεροκάματα που έκανε βάφοντας τα σκηνικά για τα επιθεωρησιακά θέατρα «Ακροπόλ» και «Μπουρνέλλη». Στην Εθνική Λυρική Σκηνή πρωτοεμφανίστηκε το 1958 ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος στην όπερα του Giovanni Battiste Pergolesi “La serva padrona” (Υπηρέτρια κυρά) . Η δουλειά του ενθουσίασε. Προσλήφθηκε στη θέση αυτή, αλλά την εγκατέλειψε μετά από δύο χρόνια για να γνωρίσει τα καλλιτεχνικά ρεύματα της Ευρώπης. Το 1963 ανέθεσαν σ’ αυτόν και στον Jean Kalahan τα σκηνικά για την ταινία «America America». Όμως, παρ’ όλο που τα 75 σκηνικά έγιναν από το Φωτόπουλο, το όνομά του δεν υπήρχε πουθενά. Το Όσκαρ με το οποίο βραβεύτηκε η ταινία για τη σκηνογραφία της πήγε στον Kalahan, αφού σύμφωνα με το σκηνοθέτη Καζάν «Κανείς δε θα πίστευε ότι αυτά τα σκηνικά είχαν γίνει από ένα Ελληνόπουλο...». Τελικά η διεθνής καταξίωση ήρθε από το Χόλυγουντ το 1964 με το Όσκαρ Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης για το έργο «Ζορμπάς ο Έλληνας» του Μ. Κακογιάννη.
Στη διάρκεια της δικτατορίας έμεινε και εργάστηκε στην Αμερική. Το 1966 συνεργάστηκε με τον Francis Ford Coppola στην ταινία You're a Big Boy Now. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1973 σκηνοθέτησε την ταινία «Ορέστης». Συνεργάστηκε με το Ζυλ Ντασσέν, τη Μελίνα Μερκούρη, το Νίκο Κούρκουλο και με άλλους καλλιτεχνικούς φορείς, θεατρικούς και μη, καταθέτοντας για πολλά χρόνια τη σφραγίδα του σε όλα τα μεγάλα ελληνικά θέατρα. Στη δουλειά του απέφευγε συμπαγείς κατασκευές και έντονα χρώματα, ενώ χρησιμοποιούσε ελαφρά υλικά, όπως χαρτί, πανί, ξύλο και πλαστικό.
Ποτέ δεν έχασε την επαφή του με τη ζωγραφική, καθώς συχνά αξιοποιούσε στα σκηνικά του ζωγραφικές λύσεις. Ωστόσο, από το 1980 και μετά, αφοσιώθηκε περισσότερο στο χρωστήρα, για χάρη του οποίου περιηγήθηκε σε αρκετά μοναστήρια. Το ζωγραφικό του έργο χαρακτηρίζεται ανθρωποκεντρικό. Αποτυπώνει ακραίες συναισθηματικές καταστάσεις θεατρικών ρόλων μέσα από τις μορφολογικές και χρωματικές επιλογές του. Πέθανε στις 14 Ιανουαρίου το 2007. Ένα χρόνο μετά, το Μουσείο Μπενάκη οργάνωσε έκθεση των έργων του και προέβη σε έκδοση προς τιμήν του.
[Βικτωρία Κουτσουπιά, για το Ι.Μ.Ε.Τ. artem.gr]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου