Ο ποιητής, ο λογοτέχνης, ο τραγουδοποιός και τραγουδιστής, ο ζωγράφος. Ο καλλιτέχνης.
Γεννήθηκε στα Ιωάννινα το 1940. Φοίτησε στην ΑΣΚΤ της Αθήνας (1962-1967). Εντρύφησε στη γλυπτική με δάσκαλο τον Γ. Παππά και στη σκηνογραφία με τον Β. Βασιλειάδη. Τον κέρδισε όμως η ζωγραφική. Δυο χρόνια μετά την αποφοίτησή του, πραγματοποίησε την πρώτη έκθεση των έργων του στην Αθήνα, συμμετείχε στη Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας και κέρδισε το βραβείο Παρθένη. Παράλληλα με τη ζωγραφική, από τα χρόνια των σπουδών του ακόμη, ξεδίπλωνε το πηγαίο μουσικό του ταλέντο. Έγραφε τραγούδια, τα οποία ερμηνεύτηκαν από τον ίδιο ή από αγαπημένους τραγουδιστές του Νέου Κύματος. Ενδεικτικά αναφέρονται: η Αρλέτα («Η μέρα τελείωσε», «Τα πελαγίσια όνειρα», «Το πέτρινο χαμόγελο»), η Πόπη Αστεριάδη («Η μικρή Νανώ»), η ίδια σε ντουέτο με τον ποιητή («Το σπαθί», «Χαλασιά μου»,» Ζηλιάρικο»), η Μαρίζα Κωχ («Άναψα κλωνί δαδί»), η Δήμητρα Γαλάνη και η Αφροδίτη Μάνου.
Γεννήθηκε στα Ιωάννινα το 1940. Φοίτησε στην ΑΣΚΤ της Αθήνας (1962-1967). Εντρύφησε στη γλυπτική με δάσκαλο τον Γ. Παππά και στη σκηνογραφία με τον Β. Βασιλειάδη. Τον κέρδισε όμως η ζωγραφική. Δυο χρόνια μετά την αποφοίτησή του, πραγματοποίησε την πρώτη έκθεση των έργων του στην Αθήνα, συμμετείχε στη Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας και κέρδισε το βραβείο Παρθένη. Παράλληλα με τη ζωγραφική, από τα χρόνια των σπουδών του ακόμη, ξεδίπλωνε το πηγαίο μουσικό του ταλέντο. Έγραφε τραγούδια, τα οποία ερμηνεύτηκαν από τον ίδιο ή από αγαπημένους τραγουδιστές του Νέου Κύματος. Ενδεικτικά αναφέρονται: η Αρλέτα («Η μέρα τελείωσε», «Τα πελαγίσια όνειρα», «Το πέτρινο χαμόγελο»), η Πόπη Αστεριάδη («Η μικρή Νανώ»), η ίδια σε ντουέτο με τον ποιητή («Το σπαθί», «Χαλασιά μου»,» Ζηλιάρικο»), η Μαρίζα Κωχ («Άναψα κλωνί δαδί»), η Δήμητρα Γαλάνη και η Αφροδίτη Μάνου.
Οι μουσικές του δημιουργίες συνεχίστηκαν για πολλά χρόνια και έτυχαν ιδιαίτερης αποδοχής από τους φίλους του έντεχνου ελληνικού τραγουδιού. Παράλληλα όμως με τους στίχους του, τις ανησυχίες του εξέφραζαν πετυχημένα και τα –όχι λίγα- πεζογραφήματά του. Τα διηγήματά του έχουν μεταφραστεί σε πέντε γλώσσες, ενώ το μυθιστόρημά του «Ο Λούσιας» μεταφέρθηκε στη μικρή οθόνη.
Η μεγάλη του αγάπη ωστόσο ήταν πάντα η ζωγραφική. Τα πρώιμα έργα του χαρακτηρίζονται κάπως αφαιρετικά, με ακαθόριστες φόρμες, προσωπικό ύφος, εξπρεσιονιστικά στοιχεία και σουρεαλιστικές προεκτάσεις. Στη συνέχεια επικεντρώθηκε στην ανθρώπινη φιγούρα, γύρω από την οποία υπάρχουν τοπία και ονειρικά σκηνικά. Σημαντικό ρόλο παίζουν τα τοπία της ιδιαίτερης πατρίδας του. Οι μορφές που κυριαρχούν θυμίζουν παραμύθια και όνειρα. Η ώριμη περίοδος των έργων του περιλαμβάνει την απεικόνιση ερημικών, αλλά υποβλητικών χώρων. Η παρουσία του σε ομαδικές εκθέσεις, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό ήταν συχνή. Ασχολήθηκε επίσης με την εικονογράφηση και την εικαστική επιμέλεια βιβλίων, κάτι που του απέφερε δύο βραβεία στην έκθεση καλλιτεχνικού βιβλίου της Λειψίας (1978 και 1983).
Η μεγάλη του αγάπη ωστόσο ήταν πάντα η ζωγραφική. Τα πρώιμα έργα του χαρακτηρίζονται κάπως αφαιρετικά, με ακαθόριστες φόρμες, προσωπικό ύφος, εξπρεσιονιστικά στοιχεία και σουρεαλιστικές προεκτάσεις. Στη συνέχεια επικεντρώθηκε στην ανθρώπινη φιγούρα, γύρω από την οποία υπάρχουν τοπία και ονειρικά σκηνικά. Σημαντικό ρόλο παίζουν τα τοπία της ιδιαίτερης πατρίδας του. Οι μορφές που κυριαρχούν θυμίζουν παραμύθια και όνειρα. Η ώριμη περίοδος των έργων του περιλαμβάνει την απεικόνιση ερημικών, αλλά υποβλητικών χώρων. Η παρουσία του σε ομαδικές εκθέσεις, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό ήταν συχνή. Ασχολήθηκε επίσης με την εικονογράφηση και την εικαστική επιμέλεια βιβλίων, κάτι που του απέφερε δύο βραβεία στην έκθεση καλλιτεχνικού βιβλίου της Λειψίας (1978 και 1983).
Στα τέλη του 2011 φιλοξενήθηκαν συγκεντρωμένες όλες οι πτυχές του έργου του (ζωγραφική, λογοτεχνία, ποίηση, μουσική, στίχοι, σχεδιασμός βιβλίων) στο Μουσείο Μπενάκη. Με τίτλο «Τα πίσω δωμάτια του νου», η έκθεση παρουσίασε τη δουλειά του καλλιτέχνη με ποικίλες μορφές: Ζωγραφιές, Δημιουργίες σε χαρτί, εξώφυλλα βιβλίων, βινιέτες, χειρόγραφα, εξώφυλλα δίσκων, οπτικοακουστικό υλικό από συνεντεύξεις, παραστάσεις και συναυλίες συνοδεύει την παρουσίαση των παραπάνω εκθεμάτων.
Ο Νίκος Χουλιαράς έζησε 75 χρόνια πιστής αφοσίωσης και προσφοράς στις Καλές Τέχνες. Ο θάνατός του στις 21 Ιουλίου 2015, έφερε για άλλη μια φορά στο προσκήνιο την αναγεννησιακών διαστάσεων μορφή του, η οποία θα συνεχίσει να αποτελεί σημείο αναφοράς. Όχι μόνο για τον κόσμο της Τέχνης, αλλά κυρίως για τον μέσο Έλληνα, που είδε στις ζωγραφικές, ποιητικές και λογοτεχνικές απεικονίσεις του καλλιτέχνη, στοιχεία οικεία. Ποιος αμφιβάλλει, άλλωστε, ότι για να διασκευάσει κανείς τα δημοτικά τραγούδια, όπως έκανε ο Νίκος Χουλιαράς, πρέπει να φέρει ατόφια και ζωντανή τη λαϊκή ψυχή;
[Μαρία Ωραιοζήλη Κουτσουπιά]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου