Παρασκευή 5 Αυγούστου 2011

Νικηφόρος Λύτρας (1832 – 1904)


Από τους μεγαλύτερους Έλληνες ζωγράφους και δασκάλους της ζωγραφικής.

Θ. Χρηστου, λαδι σε μουσαμα, 70χ90εκ.
Γιος λαϊκού μαρμαρογλύπτη, πήγε στην Αθήνα σε ηλικία δεκαοκτώ ετών μαζί με τον πατέρα του και γράφτηκε στο Σχολείο των Τεχνών (μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών). Σπούδασε ζωγραφική με δασκάλους τους αδερφούς Φίλιππο και Γεώργιο Μαργαρίτη, τον Αγαθάγγελο Τριανταφύλλου, τον Ιταλό Ραφαέλο Τσεκκόλι (Raffaelo Ceccoli) και το Γερμανό διευθυντή της Σχολής, Λουδοβίκο Θείρσιο (Ludwig Thiersch), ο οποίος τον πήρε υπό την ιδιαίτερη προστασία του. Αποφοίτησε το 1856 και στη συνέχεια προσελήφθη ως δάσκαλος στη Σχολή. Το 1860, με υποτροφία του βασιλιά Όθωνα, πήγε στο Μόναχο για να σπουδάσει στη Βασιλική Ακαδημία των Καλών Τεχνών, όπου την εποχή εκείνη αναβίωνε ο αρχαίος κλασικισμός. Δάσκαλός του ήταν ο Καρλ φον Πιλότυ (Karl von Piloty), εκπρόσωπος της ιστορικής ρεαλιστικής ζωγραφικής στη Γερμανία.


Το 1862, όταν ο βασιλιάς Όθων εκδιώχτηκε από την Ελλάδα, το κράτος διέκοψε την υποτροφία. Ευτυχώς ο ευπατρίδης Σ. Σίνας ανέλαβε τα έξοδα των σπουδών του, που τελείωσαν το καλοκαίρι του 1865. Λίγο πριν αναχωρήσει ο Λύτρας, υποδέχτηκε τον συντοπίτη του Νικόλαο Γύζη, που ήλθε για να σπουδάσει και αυτός κοντά στον Πιλότυ.

Θ. Χρηστου, Προσωπογραφία
"Χρήστος Κουτσουπιας, Αγραφιώτης",
λαδι σε μουσαμα, 60χ80εκ.
Επιστρέφοντας στην Αθήνα, διορίστηκε στο Σχολείο Καλών Τεχνών, στην έδρα της Ζωγραφικής. Από τη θέση αυτή, όπου υπηρέτησε επί 38 χρόνια (1866-1904), έθεσε τα θεμέλια για την ανάπτυξη της σύγχρονης ελληνικής ζωγραφικής και την διαμόρφωση της διδασκαλίας των Καλών Τεχνών στην Ελλάδα. Προέτρεπε πάντα τους μαθητές του να είναι ανοιχτοί στις νέες τάσεις και έλεγε πως «Η αγάπη προς το ωραίον είναι η γέφυρα μεταξύ Θεού και ανθρώπου». Οι σημαντικότεροι καλλιτέχνες της νεότερης Ελλάδας υπήρξαν μαθητές του. Μεταξύ αυτών ο Γεώργιος Ιακωβίδης, ο Πολυχρόνης Λεμπέσης, ο Περικλής Πανταζής, ο Γεώργιος Ροϊλός, ο Νικόλαος Βώκος κ.α..

Το 1879 παντρεύτηκε την Ειρήνη Κυριακίδη, κόρη εμπόρου από τη Σμύρνη. Από το γάμο αυτό γεννήθηκαν έξι παιδιά: ο Αντώνιος, ο Νικόλαος, ο Όθων, ο Περικλής, ο Λύσανδρος και η Χρυσαυγή. Ο γιος του Νικόλαος έγινε κι αυτός ζωγράφος με πολύ σημαντικό έργο.

Σ. Μηλιάδης,
λάδι σε μουσαμα, 50χ70εκ.
Στο διάστημα της  μαθητείας του στο Μόναχο, ο Λύτρας αντλούσε θέματα από την ελληνική μυθολογία και την ιστορία. Χαρακτηριστικά έργα εκείνης της περιόδου είναι Η Αντιγόνη εμπρός στο νεκρό Πολυνείκη, Ο απαγχονισμός του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄, Η Πηνελόπη διαλύει τον ιστό της. Δεν ήταν μόνο ο ιστορικός ρεαλισμός του Πιλότυ που επιδρούσε στη θεματολογία του. Ήταν κυρίως το αίτημα για την απόδειξη της ιστορικής συνέχειας των Ελλήνων.

Με την επιστροφή  του στην Ελλάδα οι προσωπογραφίες κυριάρχησαν στη ζωγραφική του δραστηριότητα. Καταξιωμένος από νωρίς στους αθηναϊκούς καλλιτεχνικούς κύκλους, φιλοτέχνησε ολόσωμα πορτρέτα μελών οικογενειών επιφανών Αθηναίων και διευθυντών της Εθνικής Τράπεζας. Βέβαια,  οι βιοτικές ανάγκες ήταν που υποχρέωσαν τον Νικηφόρο Λύτρα να ζωγραφίζει προσωπογραφίες. Έτσι, μολονότι είναι αριστουργηματικές, δεν ήταν αυτές στις οποίες ο Λύτρας έκλεινε μέσα τη ψυχή του.

Κάποια ταξίδια στη Σμύρνη και τη Μικρά Ασία, στο Μόναχο, στο Παρίσι, και την Αίγυπτο, παρέα με τον Ν. Γύζη, εμπλούτισαν με νέες παραστάσεις τη θεματολογία του, όπως συμπεραίνει κανείς από τους φελάχες και τα αραπάκια που συμπεριλαμβάνει στις δημιουργίες του (ο Χρήστος ο Αράπης, 1873).

Χατζης,
λάδι σε μουσαμα, 41χ51εκ.
Ωστόσο, το καλλιτεχνικό χάρισμα του Νικηφόρου Λύτρα βρήκε την πληρότητά του στους ηθογραφικούς του πίνακες. (Ψαριανό μοιρολόι, Παιδί που στρίβει τσιγάρο, Η αναμονή, Ο κακός έγγονος, Η κλεμμένη, Μετά την πειρατείαν, Η αρραβωνιασμένη, Το λιβάνισμα, Η ορφανή, Τα άνθη του επιταφίου, Ο όρθρος, Ο γαλατάς, Το φίλημα, Το αυγό του Πάσχα, Ο μάγκας). Οι εκπληκτικές πράγματι συνθέσεις του από τη ζωή στο χωριό και την πόλη, γεμάτες ειλικρίνεια και απλότητα, διασώζουν γραφικά έθιμα του λαού και χαρούμενα στιγμιότυπα της ελληνικής οικογένειας (Τα κάλαντα), που σήμερα έχουν εκλείψει.

Στα έργα των τελευταίων του χρόνων κυριαρχούν οι ασκητικές και μαυροντυμένες υπάρξεις με κέρινα πρόσωπα, που εκφράζουν τη μελαγχολία των γηρατειών και μηνύματα θανάτου. Πέθανε το καλοκαίρι του 1904, σε ηλικία 72 ετών, μετά από σύντομη ασθένεια, πιθανότατα δηλητηρίαση από χημικές ουσίες χρωμάτων. Την έδρα του στο Σχολείο Καλών Τεχνών ανέλαβε ο μαθητής του Γεώργιος Ιακωβίδης.
[Επιμέλεια: Αντ. Κουτσουπιάς, Δ/ντης ΙΜΕΤ-artem.gr]

Δεν υπάρχουν σχόλια: